Το χειρότερο σενάριο για τη χώρα και το Πολίτευμά της έχει αποφευχθεί. Η κυβέρνηση Τσίπρα δεν κατάφερε, παρά τις φιλότιμες προσπάθειες της το 2015, να μας οδηγήσει στην έξοδο από το ευρώ και την ΕΕ.
Συμβιβάστηκε in extremis με κάποιες από τις πιο σκληρές όψεις της πραγματικότητας. Ακολούθως εφαρμόζει η ίδια, μαζί με τους ευρωπαίους εταίρους (της) και το ΔΝΤ, το αμέσως επόμενο κακό σενάριο για τη χώρα και τη δημοκρατία. Την ολική επαναφορά όλων των μορφών μεταπολεμικού κρατισμού και αυταρχισμού και την συμπύκνωσή τους στο ζοφερό παρόν.
Φτωχοποίηση της μεσαίας τάξης, φορολογική επιβολή-αμφισβήτηση της οικονομικής ελευθερίας του ατόμου, ανασυγκρότηση των πελατειακών εξαρτήσεων των πολιτών, υποταγή των διανοουμένων στην εξουσία, ασφυκτικός έλεγχος της παιδείας από το Υπουργείο και την Εκκλησία, απίσχναση των ατομικών σχεδίων ζωής προς όφελος της οικογενειακής στρατηγικής, μικροβολέματα και αναξιοπρέπειες για μια θέση στο Δημόσιο, ή για μια προσωρινή κρατικοδίαιτη θέση εργασίας, με τα λεφτά της ΕΕ ενίοτε, συνήθως μέσα από τον προϋπολογισμό μιας banana republic που εξοντώνει τις παραγωγικές της δυνάμεις για να μοιράζει ελεημοσύνη σε υπηκόους νέου τύπου.
Το πελατειακό αυταρχικό κράτους της μεταπολεμικής Δεξιάς και η δημοκρατική του διεύρυνση στην πασοκική Μεταπολίτευση είναι εδώ, με τις ευλογίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης που μάλλον θεωρεί ότι το στοίχημα μιας Ελλάδας οικονομικά αυτοδύναμης και κοινωνικά δικαιότερης δεν την αφορά.
Με βήμα σταθερό η χώρα ανακαινίζει την φέρουσα δομή της κοινωνικής ανισότητας και της καθήλωσης. Ισχυροί φοροφυγάδες και επιχειρηματίες, μεγάλοι και μικρότεροι αλλά με προνομιακή σχέση με την πολιτική εξουσία, θα βρίσκονται στην υπερπλεονεκτική και δεσπόζουσα κοινωνική θέση και νεόπτωχοι, οξύτατα χρεωμένοι, ηθικά γονυπετείς θα επιβιώνουν με κοινωνικά μερίσματα σε κρύα διαμερίσματα.
Σε αυτό το μοντέλο, η εκπαίδευση υποτάσσεται στις ηθικοπολιτικές γενικολογίες περί ανθρωπισμού και δικαιώματος στη μόρφωση, στην δήθεν οικουμενική αξία της «παιδείας ως αυτοσκοπό». Έτσι, η βαθιά δομή του εκπαιδευτικού και παιδαγωγικού κρατισμού θριαμβεύει σήμερα. Για παράδειγμα, και πέρα από την σχολική υποβάθμιση, το Πανεπιστήμιο, ειδικά στις κοινωνικές και ανθρωπιστικές επιστήμες, πτυχιοποιεί μαζικά παράγοντας αποφοίτους χωρίς μέλλον. Η μάλλον χωρίς προσωπικό, αυτόνομο και αξιοπρεπές μέλλον και εφόδια στον εργασιακό στίβο μάχης της παγκοσμιοποιημένης οικονομίας.
Προς το παρόν όλο αυτό δεν λογίζεται ως πρόβλημα. Αφορά ένα μέλλον που έχει πάρει αναβολή.
Η Ελλάδα εξακολουθεί να μην εισέρχεται στην παγκοσμοποίηση, γίνεται πιο φτωχή αλλά παραμένει στην μητρική αγκαλιά του κρατισμού, των πετρωμένων οικογενειακών βιογραφικών στρατηγικών. Φτωχοί αλλά ασφαλείς εντός κράτους. Αυτή είναι η εθνική συμφωνία που άτυπα έχει συνάψει η κοινωνία με την κυβέρνηση, αυτό είναι το deal της κυβέρνησης με τους δανειστές. Και μέσα σε αυτά ένα πανεπιστήμιο – και ένα σχολείο- που δεν μεταρρυθμίζεται διότι «δικαιούται» ακόμη να αναπαράγει, μέσα από το δημόσιο – πλην όμως εκ των έσω ιδιωτικοποιημένο- μονοπώλιο στις έγκυρες σπουδές, τον εαυτό του ως υποχρεωτικό δίαυλο στο κράτος ή σε κρατικά προστατευμένα επαγγέλματα.
Όμως τα καύσιμα του μοντέλου θα εξαντληθούν, ακόμα και η προχωρήσει περεταίρω η κοινωνική έκπτωση των πάλαι ποτέ μεσαίων στρωμάτων. Η συνωμοσία της πτυχιοποίησης ενέχει και την αυτουπονόμευσή της. Το πανεπιστήμιο πτυχιοποιούσε πάντα και αναπαρήγαγε το κρατικιστικό μοντέλο, μα, στα χρόνια της Μεταπολίτευσης, το έκανε μαζικά υποστηρίζοντας το ευ ζην και την πρόσβαση των μαζών σε διαδικασίες κοινωνικής ανόδου. Κάτι τέτοιο δεν θα μπορέσει να συνεχιστεί και η βαλβίδα ασφαλείας της μετανάστευσης των νέων καλλιεργημένων πτυχιούχων έχει ήδη χρησιμοποιηθεί. Το κόστος σε φροντιστήρια, χρόνο (μην ξεχνάμε πόσο προβληματική αποδεικνύεται η εμμονή μας να παρέχουμε τετραετή πτυχία όταν σχεδόν όλη η Ευρώπη έχει εφαρμόσει τον κανόνα του τριετούς βασικού πτυχίου) σε σχέση με το «όφελος» – ανεργία, υποαπασχόληση, εξευτελιστικές αμοιβές, πελατειακή υποταγή έναντι πινακίου φακής, θα είναι σε λίγο καιρό σκανδαλωδώς μεγάλο. Εξ άλλου, ο ελληνικός εξισωτισμός της Μεταπολίτευσης δεν ήταν ποτέ «προς τα κάτω» και ας τραγουδούσε την πτωχή, μίζερη και αυθεντική ζωή. Η εκπαίδευση εξίσωνε μεν σε μεγάλο βαθμό, ισοπέδωνε και ακύρωνε την διαφορά αλλά το έκανε ως μηχανισμός ανόδου, εξίσωσε προς τα πάνω.
Ο κίνδυνος από την παράταση ζωής που έχει πάρει το μοντέλο αυτό μαζί με την μεταρρυθμιστική εμπλοκή στην παιδεία δεν είναι όμως μόνον αυτή η ακύρωση. Ο ελληνικός κοσμοπολιτισμός-καταναλωτισμός και η βαθιά κουλτούρα μεταμοντέρνας φιληδονίας θα επιστρέψουν κάποια στιγμή, το αίτημα για μια βελτίωση των όρων ζωής από γενιά σε γενιά επίσης, η κοινωνικής επ-άνοδος θα γίνει εκ νέου κοινωνικό όραμα. Όμως αυτή τη φορά, μετά την ηθική απαξίωση του κρατικού μοντέλου -που δεν μεταρρυθμίστηκε για να ανταποκριθεί στις παγκόσμιες πραγματικότητες, θα επιλεγεί ένας άλλος δρόμος. Και θα γίνει χωρίς πολλά λόγια, χωρίς δομημένη «νέο-φιλελεύθερη» ιδεολογία, χωρίς μάχες και διαφωνίες. Ίσως να γίνεται ήδη. Είναι ο δρόμος της άγριας απορρύθμισης, της γενικευμένης νομιμοποίησης κάθε ιδιωτικής εκπαιδευτικής προσφοράς από μια την ραγδαία αυξημένη ζήτηση μιας κοινωνίας φτωχών, που δεν έχουν πλέον την δυνατότητα να ανταποκρίνονται στο κόστος της δήθεν δωρεάν παιδείας, τον μακρόσυρτο χρόνο της και την πενιχρή αξία των πτυχίων της. Με άλλα λόγια η «κρατικιστική κατάσταση» μπορεί να αντιστραφεί και να οδηγήσει σε μια απολύτως αγοραία συνθήκη, εκείνη των άπειρων ιδιωτικών εκπαιδευτηρίων κάθε βαθμίδας και ποιότητας. Χωρίς κριτήρια ή έλεγχο, με την αγωνία μιας «άμεσης πρακτικής εφαρμογής της γνώσης», μπορεί να βρεθούμε, ανεξάρτητα από την όποια συνταγματική αναθεώρηση του άρθρου 16, μπροστά σε μια άγρια απελευθέρωση της αγοράς εκπαίδευσης. Για τον απλό λόγο, ότι η ιστορική συνείδηση την έχει εγγράψει ως θεμελιώδη μηχανισμό κοινωνικής ανόδου, ως κεντρικό μοχλό εξασφάλισης της ευημερίας των «παιδιών μας».
Τότε όμως, και αν γίνει αυτό, δεν θα έχει χαθεί μόνο η κριτική αξία της παιδείας και η δημοκρατική της λειτουργία μα θα έχει εγκαθιδρυθεί το καθεστώς μιας άγριας ταξικότητας, ένας μηχανισμός φαινομενικά άναρχος μα δομημένος πάνω στις μεγάλες υπάρχουσες κοινωνικές ανισότητες. Ήδη στις ανώτερες τάξεις κερδίζει έδαφος η ιδέα ενός δικαιώματος στην «εκπαιδευτική επιλογή» που μπορεί να οδηγήσει μέχρι και στην διεκδίκηση της αριστοκρατικής κατ’ οίκον εκπαίδευσης των παιδιών τους, ήδη όσοι γονείς των ανώτερων μεσαίων στρωμάτων έχουν ακόμα κάποια δυνατότητα στέλνουν μαζικά τα παιδιά τους σε ξένα σχολεία και κατόπιν τα φυγαδέυουν στο εξωτερικό. Δεν πρέπει να αμφιβάλουμε, αυτή η δομή θα αναπαραχθεί και σε χαμηλότερα κλιμάκια της κοινωνικής πυραμίδας. Η παιδεία θα έχει τότε ξαναγίνει ένας μηχανισμός κοινωνικής κινητικότητας, με όρους μη-συμπεριληπτικούς, μερικευτικούς και άνισους, θα είναι μια κινητικότητα των λίγων και μια αναπαραγωγή της μιζέριας και της κοινωνικής καθήλωσης των πολλών.
Του Παναγή Παναγιωτόπουλου, επίκουρου καθηγητή κοινωνιολογίας στο Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Δημόσιας Διοίκησης του Πανεπιστημίου Αθηνών
Πηγή: kathimerini.gr