Η Λέρος είναι ίσως το πιο περίεργο νησί του Αιγαίου. Ένα νησί που, χωρίς να είναι τουριστικό, έχει φανατικούς επισκέπτες και αυξανόμενο πληθυσμό.
Έχει εξαιρετική ακτογραμμή αλλά όχι σπουδαίες παραλίες. Αρχιτεκτονικό πλούτο συνδυασμένο με αρχιτεκτονική «καφρίλα». Εξαιρετικό φαγητό, χωρίς όμως αυτόνομη γαστρονομική ταυτότητα. Πλούσια ιστορία, που βέβαια πρέπει να ψάξεις για να την ανακαλύψεις.
Μια ενεργή κοινότητα με πλούσιο πολιτισμό (μουσική, θέατρο, εικαστικές τέχνες, χορό, λογοτεχνία, κινηματογράφο) και αθλητισμό. Αυτά τα χαρακτηριστικά τής προσδίδουν μια ιδιαίτερη γοητεία, που αποκαλύπτεται καλύτερα πέρα από την κλασική καλοκαιρινή περίοδο των διακοπών.
Φτάνοντας με το πλοίο της γραμμής στο Λακκί ξεδιπλώνεται μπροστά σου μια μοναδική στον κόσμο πόλη, χτισμένη εξαρχής από τους Ιταλούς τη δεκαετία του ’30 – ένα μνημείο ρασιοναλιστικής αρχιτεκτονικής και πολεοδομίας. Παρ’ όλη την κακοποίηση που έχει υποστεί, διατηρεί αναλλοίωτο τον χαρακτήρα της, χρήζει όμως άμεσης φροντίδας και προστασίας.
Κτίρια με αναφορές στον Φρανκ Λόιντ Ράιτ και στον Τζόρτζιο ντε Κίρικο, όπως αυτά της αγοράς, το κινηματοθέατρο, το δημοτικό σχολείο, το υπό ανακατασκευή ξενοδοχείο Albergo Roma, η εκκλησία του Αγίου Νικολάου (πρώην Άγιος Φραγκίσκος), το νοσοκομείο, το ιταλικό δημαρχείο, αποτελούν ένα μικρό μέρος της πόλης-φάντασμα, που σχεδιάστηκε για 30.000 κατοίκους και τώρα κατοικείται από 2.000.
Φεύγοντας από το Λακκί και σε απόσταση 5 περίπου χιλιομέτρων, κάτω από το Βυζαντινό Κάστρο και τους ανεμόμυλους, βρίσκεται ο ενοποιημένος πια οικισμός του Πλατάνου στην κορυφή, του Παντελίου στη νότια ακτή και της Αγιά Μαρίνας στη βόρεια.
Εδώ το ύφος είναι διαφορετικό, πολύ πιο παραδοσιακό, με μικρά σπίτια, σοκάκια, εκκλησίες αλλά και πολλά αρχοντικά (κυρίως νεοκλασικού ρυθμού), που κτίστηκαν τον 19ο αιώνα από τους εύπορους Αιγυπτιώτες Λεριούς. Υπάρχουν κι άλλοι, μικρότεροι οικισμοί, όπως τα παραθεριστικά Κριθώνι και Άλιντα, με τις παραλίες, τις αρχοντικές επαύλεις και τα ψαροχώρια Ξηρόκαμπος και Παρθένι.
Στο τελευταίο υπάρχει και η εκκλησία της Αγίας Κιουράς, με τις μοναδικές αγιογραφίες που δημιούργησαν πολιτικοί κρατούμενοι της χούντας, κατόπιν προτροπής του Μανώλη Γλέζου.
Η πλούσια και αλλόκοτη σύγχρονη ιστορία της Λέρου, με διαδοχική κατοχή από Οθωμανούς, Ιταλούς, Γερμανούς, Άγγλους, καθώς και η ενσωμάτωσή της στην Ελλάδα το 1948, της «πρόσφεραν» στρατόπεδα, ορφανοτροφεία, ιδρύματα, φυλακές και καταυλισμούς προσφύγων. Έτσι διαμορφώθηκε μια κοινωνία πολύ πιο ανοιχτή και πολυπολιτισμική από ανάλογες μικρές νησιωτικές κοινότητες, εξού και η έκφραση «Δες τι βάζει το Κατσούνι», η στενή είσοδος του λιμανιού, σημείο άφιξης όλων αυτών των «διαφορετικών» ανθρώπων στο νησί, που η κοινωνία του τους περιέθαλψε.
Υπάρχουν πολλές δραστηριότητες για τον επισκέπτη (μουσεία, ποδηλασία, ιστιοπλοΐα, ιστορικές διαδρομές, οινοποιία, καταδύσεις, μουσικές εκδηλώσεις, πανηγύρια), εξαιρετικά εστιατόρια και καταλύματα για κάθε βαλάντιο ή γούστο. Δεν θα προτείνω κάποια απ’ αυτά, φοβούμενος μην αδικήσω πολλούς από τους φίλους επιχειρηματίες, εξάλλου, με μια έρευνα στο διαδίκτυο μπορεί κανείς να βρει τα μέρη που του ταιριάζουν. Για όσους ενδιαφέρονται για την ιστορία του νησιού, προτείνω να δουν το ντοκιμαντέρ «Portolago, φαντάσματα στο Αιγαίο» στο History του Cosmote TV.
Εν κατακλείδι, η Λέρος είναι ένα νησί με μεγάλες αντιθέσεις σε μικρό καμβά, που απαιτεί να τη γυρίσεις, να συναναστραφείς με τον κόσμο της, να γευτείς, να ανακαλύψεις την πλούσια ιστορία της και να γνωρίσεις τον πολιτισμό της. Πρέπει να της αφιερώσεις λίγο χρόνο για να σε κερδίσει, τότε είναι πιθανόν να σου αφήσει ανεξίτηλο το σημάδι της και να επιστρέψεις ή ακόμα και να εγκατασταθείς στο νησί, όπως κάναμε με τη γυναίκα μου πριν από 8 χρόνια!