Υπέρ της συνταγματικότητας του συστήματος του τεκμαρτού προσδιορισμού των εισοδημάτων των αυτοαπασχολουμένων τάχθηκε κατά πλειοψηφία το Συμβούλιο της Επικρατείας, με την απόφαση που εξέδωσε χθες, συστήνοντας στους εν λόγω φορολογούμενους να προσφεύγουν στη ΔΕΔ και στα διοικητικά δικαστήρια.
Η απόφαση εκδόθηκε επί των αιτήσεων ακυρώσεως που είχαν υποβάλει δεκάδες συνδικαλιστικές οργανώσεις αυτοαπασχολουμένων κατά της απόφασης του διοικητή της ΑΑΔΕ Γιώργου Πιτσιλή για τον καθορισμό της διαδικασίας αμφισβήτησης των τεκμηρίων μέσω της διενέργειας φορολογικού ελέγχου. Βασικό επιχείρημα στο οποίο στηρίχθηκε η απόφαση δεν ήταν ωστόσο αυτό καθαυτό το περιεχόμενο της απόφασης του διοικητή της ΑΑΔΕ (από το οποίο πράγματι φαίνεται ότι δεν κατοχυρώνεται το δικαίωμα αμφισβήτησης), αλλά οι ήδη ισχύουσες διατάξεις του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας που προβλέπουν την εναλλακτική για τους αυτοαπασχολούμενους λύση της άσκησης ενδικοφανούς προσφυγής στη Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών της ΑΑΔΕ και εν συνεχεία της άσκησης προσφυγής στα διοικητικά δικαστήρια.
Αμφισβητήστε τον έλεγχο
Επιπλέον, το ΣτΕ ενίσχυσε την επιχειρηματολογία του επισημαίνοντας ότι ακόμη κι αν επιλεγεί η αμφισβήτηση μέσω φορολογικού ελέγχου και το αποτέλεσμα του ελέγχου είναι επιβαρυντικό αντί απαλλακτικό για τον αμφισβητία, μπορεί και τότε να προσφύγει στη ΔΕΔ και εν συνεχεία -αν δεν δικαιωθεί- στα διοικητικά δικαστήρια. Είναι προφανές ότι το ΣτΕ στάθηκε στην πάγια διαδικασία αμφισβήτησης των πράξεων της Φορολογικής Διοίκησης (που ισχύει όμως γενικά για όλες τις αποφάσεις επιβολής φορολογικών επιβαρύνσεων) για να τεκμηριώσει ότι ισχύει το «μαχητό» των τεκμηρίων και να δικαιολογήσει το «συνταγματικά ανεκτό» του συστήματος του τεκμαρτού προσδιορισμού. Το Ανώτατο Δικαστήριο με την απόφασή του αυτή υποδεικνύει, ουσιαστικά, στους αυτοαπασχολούμενους που θεωρούν ότι αδικούνται από το σύστημα των τεκμηρίων να προσφεύγουν ατομικά καθένας τους στη ΔΕΔ και κατόπιν στα διοικητικά δικαστήρια για να αμφισβητήσουν το ύψος του τεκμαρτού εισοδήμα τος έκαστος για τους δικούς του λόγους, δηλαδή για πραγματικά περιστατικά παρεμπόδισης της απόκτησης εισοδήματος υψηλότερου του τεκμαρτού (π.χ. έργα ΜΕΤΡΟ, αρρώστια, δυσμενείς συν θήκες άσκησης του επαγγέλματος κ.λπ.), που δεν προβλέπονται ρη τά ως λόγοι αμφισβήτησης στον σχετικό νόμο.
Η απόφαση
Την απόφαση του ΣτΕ γνωστοποίησε ο πρόεδρος του Ανωτάτου Δικαστηρίου, Μιχάλης Πικραμένος, με την ακόλουθη ανακοίνωση: «Στις 14.4.2025 και 2.5.2025 η Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας συνήλθε σε διάσκεψη επτά υποθέσεων σχετικών με τον θεσπιζόμενο με τα άρθρα 28Α – 28Δ του ν. 4172/2013 (Α’ 167) τεκμαρτό τρόπο εξεύρεσης του ετήσιου ελάχιστου καθαρού εισοδήματος των ασκούντων ατομική επιχειρηματική δραστηριότητα, με εισηγήτριες τις Συμβούλους Κ. Λαζαράκη και Β. Μόσχου. Το Δικαστήριο απέρριψε τις αιτήσεις ακυρώσεως κατά της απόφασης Α1055/9.4.2024 (Β’ 2284) του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε. που εκδόθηκε κατ’ εξουσιοδότηση της παρ. 8 του άρθρου 28Α του ν. 4172/2013 για τον καθορισμό της διαδικασίας αμφισβήτησης των παρ. 3 και 4 του ίδιου άρθρου. Ειδικότερα, το Δικαστήριο έκρινε κατά πλειοψηφία ότι:
Ι. Ο ανωτέρω τεκμαρτός προσδιορισμός του εισοδήματος είναι συνταγματικά ανεκτός.
ΙΙ. Ο φορολογούμενος που επιθυμεί να αμφισβητήσει το τεκμαρτό εισόδημά του σύμφωνα με την παρ. 4 του ως άνω άρθρου 28Α δύναται, παράλληλα με την υποβολή αιτήματος ελέγχου, σύμφωνα με το άρθρο 4 της προσβαλλόμενης απόφασης του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε., να ασκήσει, κατά της πράξης διοικητικού προσδιορισμού του φόρου βάσει του τεκμαρτού εισοδήματος (άρθρο 4 παρ. 1 εδ. Β’ της προσβαλλόμενης απόφασης), ενδικοφανή προσφυγή ενώπιον της Δ.Ε.Δ. και ακολούθως, κατά της τυχόν απόρριψης αυτής, προσφυγή ενώπιον του αρμόδιου διοικητικού δικαστηρίου, σύμφωνα με τις γενικές διατάξεις των άρθρων 72 του (νέου) Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας [ν. 5104/2024 (Α’ 58)] και 63 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας [ν. 2717/1999, Α’ 97] προβάλλοντας ό,τι και με το αίτημα ελέγχου.
Eνδικοφανή προσφυγή
Η κατόπιν ελέγχου εκδιδόμενη, σύμφωνα με το άρθρο 5 παρ. 1 εδ. Β’ της προσβαλλόμενης απόφασης, πράξη διορθωτικού προσ διορισμού του φόρου υπόκειται ομοίως σε ενδικοφανή προσφυγή, σύμφωνα με τις ως άνω γενικές διατάξεις, η δε τυχόν απόρριψή της από τη Δ.Ε.Δ. θεωρείται, κατά την έννοια του άρθρου 63 παρ. 7 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας, συμπροσβαλλόμενη στο πλαίσιο της εκκρεμούς δίκης που αφορά τη νομιμότητα της πράξης της Δ.Ε.Δ. με την οποία είχε απορριφθεί ενδικοφανής προσφυγή κατά της πράξης διοικητικού προσδιορισμού του φόρου. Ο φορολογούμενος μπορεί να προβάλλει κατά της μεταγενέστερης αυτής πράξης της Δ.Ε.Δ. ως πρόσθετους λόγους προσφυγής τους λόγους που έχει προβάλει με την ενδικοφανή προσφυγή του κατά της πράξης διορθωτικού προσδιορισμού του φόρου».
ΝΑΥΤΕΜΠΟΡΙΚΗ – ΕΝΤΥΠΞ ΕΚΔΟΣΗ