• Η ομιλία του Βουλευτή Βασίλη Α. Υψηλάντη κατά τη συζήτηση της πρότασης δυσπιστίας

    Η ομιλία του Βουλευτή Βασίλη Α. Υψηλάντη κατά τη συζήτηση της πρότασης δυσπιστίας

    Αναγνώσεις: 137

Βασίλης Α. Υψηλάντης : «…. Ο  ελληνικός  λαός δεν μπορεί να ξαναμπεί σε ταλαιπωρία και πειραματισμούς, ειδικά όταν έχει να κάνει με  μια νοσηρή, κατακερματισμένη  και αδύναμη αντιπολίτευση, της στείρας συνθηματολογίας …»

Με απόδοση τιμής στη μνήμη των θυμάτων του σιδηροδρομικού δυστυχήματος στα Τέμπη ξεκίνησε την ομιλία του στην Ολομέλεια της Βουλής, κατά τη συζήτηση της πρότασης δυσπιστίας που κατέθεσε το ΠΑΣΟΚ, ο ΣΥΡΙΖΑ, η Νέα  Αριστερά, η Πλεύση Ελευθερίας και ορισμένοι ανεξάρτητοι βουλευτές, ο Κοσμήτορας της Βουλής και Βουλευτής Δωδεκανήσου Βασίλης Α. Υψηλάντης.

Τόνισε για την ανάγκη αποκατάστασης του αισθήματος δικαιοσύνης και απόδοσης δικαιοσύνης. Ουδείς δε τρίτος άλλος και με κανένα τρόπο δεν μπορεί να υποκαταστήσει. Από τη στιγμή, που σταματούν όλα αυτά και ξεκινά μια τοξική και κυνική εκμετάλλευση των γεγονότων αυτών απολιτικά κόμματα,  από την ώρα που στην αγνή διαδήλωση της απαίτησης αυτής από το λαό μας, με σεβασμό στη μνήμη των αδικοχαμένων, μπαίνει η πολιτική τοξικότητα, ο μικροκομματισμός και η επιδίωξη ποινικοποίησης της πολιτικής ζωής του τόπου ή της δικονομικοποίησης της πολιτικής,  τότε την υποχρέωση αποτροπής τους και κάθε απόπειρας αποσταθεροποίησης, αναλαμβάνουν οι υγιείς πολιτικές δυνάμεις που λειτουργούν με συνέπεια βάσει των δημοκρατικών αρχών και της δεδηλωμένης και το σημαντικό εκείνο κομμάτι   της κοινωνίας που επιθυμεί ,  το δρόμο της ουσιαστικής διόρθωσης  των προβλημάτων και της συνεπούς και με πολιτική σταθερότητα πορεία του τόπου, ειδικά στους  δύσκολους αυτούς καιρούς που η υφήλιος βιώνει.

Η πρόταση δυσπιστίας είπε ότι είναι αβάσιμη με αναφορές σε γεγονότα που είτε έχουν απαντηθεί, είτε έχουν πάρει το δρόμο της δικαιοσύνης, με αντιφατικούς ισχυρισμούς που αναιρούν στην ουσία τα επιχειρήματα τους.

Τα βασικά σημεία της ομιλίας του Βασίλη Α. Υψηλάντη είναι τα ακόλουθα :

Ευχαριστώ  κ. Πρόεδρε,

Κύριοι Υπουργοί,

Κυρίες και Κύριοι Βουλευτές,

Σε κάθε αναφορά σε τραγικά συμβάντα ή δυστυχήματα, που βίωσε η χώρα (αναφέρομαι ενδεικτικά στο Εξπρές Σάμινα , Μαρφίν, Μάτι και Τέμπη), οφείλουμε να τοποθετούμαστε με σεβασμό στη μνήμη των θυμάτων αλλά συνάμα να  ευχόμαστε, οι συγγενείς και φίλοι, να έχουν  κουράγιο και ουσιαστική υποστηρικτική αρωγή από την πολιτεία και την κοινωνία.

Αυτό πράττω και εγώ σήμερα!

Το δημόσιο πένθος άλλωστε, μετά από μια τραγωδία, είναι μια συλλογική αντίδραση, που εκφράζει τη θλίψη, την αλληλεγγύη και την ανάγκη για αποκατάσταση του αισθήματος δικαιοσύνης.

Της δικαιοσύνης, που σε κάθε δημοκρατική πολιτεία, σεβόμενοι οι πολίτες της, λειτουργεί και αποφασίζει βάσει των προβλεπομένων από το Σύνταγμα και τους νόμους.  Και ουδείς τρίτος και με κανένα τρόπο δεν μπορεί να υποκαταστήσει. Από τη στιγμή, που σταματούν όλα αυτά και ξεκινά μια τοξική και κυνική εκμετάλλευση των γεγονότων αυτών, από πολιτικά κόμματα,  από την ώρα που στην αγνή διαδήλωση της απαίτησης αυτής από το λαό μας, με σεβασμό στη μνήμη των αδικοχαμένων, μπαίνει η πολιτική τοξικότητα, ο μικροκομματισμός και η επιδίωξη ποινικοποίησης της πολιτικής ζωής του τόπου ή της δικονομικοποίησης της πολιτικής,  τότε την υποχρέωση αποτροπής τους και κάθε απόπειρας αποσταθεροποίησης, αναλαμβάνουν οι υγιείς πολιτικές δυνάμεις που λειτουργούν με συνέπεια βάσει των δημοκρατικών αρχών και της δεδηλωμένης και το σημαντικό εκείνο κομμάτι   της κοινωνίας που επιθυμεί ,  το δρόμο της ουσιαστικής διόρθωσης  των προβλημάτων και της συνεπούς και με πολιτική σταθερότητα πορεία του τόπου, ειδικά στους  δύσκολους αυτούς καιρούς που η υφήλιος βιώνει.

Δεν υπάρχει καμία πλέον αμφιβολία ότι το τραγικό δυστύχημα των Τεμπών, γίνεται αντικείμενο στυγνής πολιτικής εκμετάλλευσης, με τις προεκτάσεις που προανέφερα, από την κ. Κωνσταντοπούλου και την ολιγομελή κοινοβουλευτικής της ομάδα, τον πάλαι ποτέ κραταιό ΣΥΡΙΖΑ, τη Νέα Αριστερά και ορισμένους ανεξάρτητους κυρίως από τους χώρους αυτούς.

Είναι εκείνοι που παροτρύνουν και αποδίδουν  απαράδεκτους χαρακτηρισμούς, σε καθένα από εμάς, που στηρίζουμε με ευθύνη την πατρίδα, και οποίοι είτε στη σημερινή κοινοβουλευτική πραγματικότητα είτε δημοσκοπικά συνενούμενοι δεν μπορούν να δημιουργήσουν κοινοβουλευτική πλειοψηφία άρα και να κυβερνήσουν αυτόν τον τόπο, πολύ δε περισσότερο να τον κυβερνήσουν υπεύθυνα.

Είναι οι περισσότεροι από αυτούς που επέδειξαν, στο πρόσφατο παρελθόν εγκληματική ανικανότητα στη διακυβέρνηση της χώρας αλλά και τραγική διαχείριση άλλων δραματικών για τη χώρα συμβάντων με απώλειες ανθρώπινων ζωών και οι οποίοι παρ’όλα αυτά, ως εισαγγελείς λαϊκών δικαστηρίων, κουνούν σήμερα  το δάκτυλο.

Είναι αυτοί που έχουν στις τάξεις τους καταδικασμένους για αδικήματα συνυφασμένα με τη διασφάλιση δημοκρατικών και πολιτικών δικαιωμάτων.

Και είναι εκείνοι που με πολιτικά τεχνάσματα  επιδιώκουν να οδηγήσουν τη χώρα σε πολιτική κρίση και αβάσιμα να ενοχοποιήσουν πολιτικούς τους αντιπάλους. Δίχως έτσι να περιμένουν την ολοκλήρωση της δημοκρατικής διαδικασίας ελέγχου της Κυβέρνησης για το σιδηροδρομικό δυστύχημα των Τεμπών, άρον-άρον καταθέτουν  πρόταση δυσπιστίας κατά της κυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας απλά και μόνο για τη  δημιουργία εντυπώσεων.

Πρόκειται για μια κίνηση χωρίς ουσιαστικό αντίκρισμα, που δεν στηρίζεται σε πραγματικά δεδομένα, αλλά σε έναν άκρατο λαϊκισμό  και την τεχνητή συντήρηση της αντιπολιτευτικής τους επιβίωσης και ατζέντας.

Με αναφορές σε γεγονότα που είτε έχουν απαντηθεί, είτε έχουν πάρει το δρόμο της δικαιοσύνης, με αντιφατικούς ισχυρισμούς που αναιρούν στην ουσία τα επιχειρήματα τους.

Και που σε καμία περίπτωση δεν μπορούν να στηρίξουν τησοβαρότερη αντιπολιτευτική πράξη, που είναι η πρόταση δυσπιστίας.  Αδύναμοι  να αμαυρώσουν πολιτικά   τις προσπάθειες και το συνολικό έργο της Κυβέρνησης του Κυριάκου Μητσοτάκη που οδήγησαν τη χώρα σε κατακτήσεις που δεν έχει, ποτέ άλλοτε στα μεταπολιτευτικά χρόνια, γνωρίσει η πατρίδας μας.

Σε μια στιγμή που η Ελλάδα συνεχίζει την ανοδική της πορεία σε όλους τους βασικούς τομείς: την οικονομία, την ανάπτυξη, την ασφάλεια, την κοινωνική συνοχή και τη διεθνή της θέση.

Μια αντιπολίτευση συνιστωσών που έναν κοινό παρονομαστή έχει να κλονίσει και να ανατρέψει   τον  Μητσοτάκη και τη Νέα Δημοκρατία.

Μια αντιπολίτευση που επιστρέφει στην αριστερή της κανονικότητα. Στο πεζοδρόμιο όπου δεν ασκεί πολιτική αλλά αρνητισμό και καταστροφολογία.

Ο ελληνικός λαός γνωρίζει και αισθάνεται ότι, παρά τα προβλήματα και τις αναγκαίες ταχύτητες που πρέπει περαιτέρω να αναπτύξει,  η κυβέρνηση έχει αναλάβει σημαντικές πρωτοβουλίες για την πρόοδο της χώρας.

Η εμπιστοσύνη αυτή είναι αδιαμφισβήτητη.

Παρά τις κρίσεις, τις γεωπολιτικές αναταράξεις και τις προκλήσεις που προέκυψαν από την πανδημία και τον πόλεμο στην Ουκρανία, η κυβέρνηση και ο ίδιος ο Πρωθυπουργός  έχουν  καταφέρει να κρατήσουν την Ελλάδα όρθια και περήφανη , να διατηρήσει ισχυρούς ρυθμούς ανάπτυξης, να μειώσει την ανεργία και να ενισχύσει το κοινωνικό κράτος, την εκπαίδευση, τις δομές υγείας .

Η πρόταση δυσπιστίας είναι καταδικασμένη να αποτύχει, όχι μόνο γιατί η κυβέρνηση διαθέτει κοινοβουλευτική πλειοψηφία, αλλά γιατί η πλειοψηφία του ελληνικού λαού δεν μπορεί να ξαναμπεί σε ταλαιπωρία και πειραματισμούς, ειδικά όταν έχει να κάνει με  μια νοσηρή, κατακερματισμένη  και αδύναμη αντιπολίτευση, που σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να αποτελέσει σοβαρή εναλλακτική πολιτική πρόταση. Μια αντιπολίτευση της στείρας συνθηματολογίας (συγκάλυψη και τα παρόμοια).

Η κυβέρνηση Μητσοτάκη συνεχίζει να εργάζεται με υπευθυνότητα, διαψεύδοντας όσους επενδύουν στην αποτυχία της χώρας.

Η απόρριψη της πρότασης δυσπιστίας σημαίνει για τη χώρα  πολιτική σταθερότητα, εμπόδιο σε παραληρηματικούς ισχυρισμούς μιας νοσηρής αντιπολίτευσης και συνέχεια ενός συνεπούς έργου για μια ισχυρή Ελλάδα.

Καταψηφίζω την πρόταση δυσπιστίας για να μπορέσει η πατρίδα μας με αισιοδοξία, περισσότερη δουλειά και δικαιοσύνη να πάει ψηλότερα, με τη Νέα Δημοκρατία υπεύθυνα στο τιμόνι της χώρας.»